Δεν υπάρχουν λόγια για να μπορέσεις να πεις ακριβώς τι αισθάνεσαι ακούγοντας αυτό εδώ το τραγούδι. Όπως είχε πει κάποτε κάποιος πολύ εύστοχα “είναι η εθνική μας μπαλάντα” και νομίζω πως δεν είχε καθόλου άδικο. Η ιστορία ετούτου εδώ του τραγουδιού χαρακτηρίζεται λίγο πολύ ως τραγική. Το 1996 λοιπόν ο Χρήστος Θηβαίος συμμετείχε στο συγκρότημα “Συνήθεις Ύποπτοι”. Επηρεασμένος από μία προσωπική του εμπειρία έγραψε το “Ημερολόγιο”.

Θηβαίος

Ήταν καιρό ερωτευμένος με μία κοπέλα πολύ νεότερη του η οποία δεν τον ήθελε και δεν του έδινε καμία σημασία. Εκείνος την παρακαλούσε για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα και έκανε ότι μπορούσε έτσι ώστε να είναι μαζί της. Κάποια μέρα λοιπόν χτύπησε το τηλέφωνό του και ήταν εκείνη. Είχε συνειδητοποιήσει πλέον ότι αυτός ήταν ο άντρας της ζωής της και τον πήρε για να κλείσουν ένα ραντεβού για να βρεθούνε. Δυστυχώς το ίδιο βράδυ όμως εκείνη πηγαίνοντας στο ραντεβού, σκοτώθηκε με το αυτοκίνητό της!

Ημερολόγιο – Χρήστος Θηβαίος (Στίχοι)

“Τόσα χρόνια μες τους χάρτες μου σε ψάχνω,
κι ας μην έσκυψες ποτέ στο μέτωπο μου
με τα δυο σου χείλια να αφήσεις
μια ανάσα στη ζωή μου.

Κι αν η προσευχή μου οινόπνευμα μυρίζει,
καπνό και πυρετό,
στο γυάλινο το κύμα τ’ όνομά σου
φωνάζω να καθρεφτιστεί η φωνή μου.

Και στην όχθη που χτενίζεσαι ακουστεί
σαν αλμυρό τραγούδι που σου φέρνει
ερωτευμένο το νερό.

Και στο διάβολο πουλάω την ψυχή μου εγώ,
για να βρεθώ απόψε τυλιγμένος
στου κορμιού σου το βυθό.

Κάπου η νύχτα μεσοπέλαγα κρεμιέται
στην αγχόνη τ’ ουρανού
κι ο δαίμονας καβάλα στο σκοτάδι
αρπάζει τη μετέωρη ευχή μου.

Και σαν άστρο καυτερό προς το νησί σου
τα λόγια μου πετάει
πληγώνοντας τα βράχια και την άμμο,
στη χτένα σου καρφώνει την ψυχή μου.

Και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω εγώ
σαν αλμυρό νερό στους ώμους
και στον ακριβό σου το λαιμό.

Κι ας το ξέρω πως του λόγου του
στην ανεμόσκαλα εκεί, με περιμένει
για να μου λιμάρει το σκοινί.

Πάνε χρόνια που αντίκρυ αναβοσβήνουν
τα φώτα κάποιας γης,
τα φώτα κάποιας ξεχασμένης νήσου,
που λένε είν’ οι κορφές του παραδείσου.

Μα το ξέρω είναι της θάλασσας τα μάγια,
δεν υπάρχει αυτή η στεριά,
μιας και κανείς ποτέ του εκεί δεν πήγε,
γι αυτό σφιχτά κρατιέμαι στο κορμί σου.

Και μπροστά απ’ τους κολασμένους
περνάω εγώ σαν μια σκιά
που σεργιανάει στον Άδη
τη δικιά σου μυρωδιά.

Κι είναι λέω ο παράδεισος για μας, αγάπη μου μικρή,
να μοιραζόμαστε τούτη τη κόλαση μαζί.”

Σχόλια